Συγχαρητήρια, έγινες μέλος της Ομάδας Πολλαπλής Ανάγνωσης! Διάβαζε πολλαπλώς κι έστω ατυχώς ό,τι πέφτει στην αντίληψή σου. Ποιος ξέρει, ίσως παρεξηγώντας διαρκώς, να ερμηνεύσεις κάποτε δια παντός το ανολοκλήρωτό μας. Εσύ, που δεν θα δίσταζες να αποκαταστήσεις και τον Σολωμό διαβάζοντας μέσα σου (Αντιγραφή και επικόλληση από το ιστολόγιο:BIBLIOTHEQUE: τεθλασμένη ψηφιακή βιβλιοθήκη)
Βιάζεται ο σημερινός αναγνώστης όταν διαβάζει ένα βιβλίο:μπορούμε να πούμε πως δεν βρίσκεται σε μια φυσιολογική κατάσταση, επειδή αισθάνεται διαρκώς την πίεση των κάθε είδους μεσολαβητών (εδώ αναφερόμαστε κυρίως στα ΜΜΕ), και πλησιάζει το βιβλίο με την άκρα καχυποψία πως συμμετέχει σε μια επιχείρηση η οποία ήδη εξ αρχής δεν του εμπνέει καμία εμπιστοσύνη. Η κριτική σιωπά, κι όταν η κριτική σωπαίνει, ο καθένας μας βρίσκεται αντιμέτωπος με το λογοτεχνικό έργο έχοντας ως μόνα εφόδια το προσωπικό γούστο και τις όποιες αξιολογικές του αρχές ή έξεις. Ο σημερινός αναγνώστης πρέπει να επινοήσει εκ νέου τα αξιολογικά του κριτήρια, με μόνο μέτρο την προσωπική του καλλιέργεια, όση τέλος πάντων του επιτρέπει η πολυτέλεια της αυθεντικής γνώμης.Σε έναν κόσμο που βάλλεται από απειράριθμα πυρά εντυπώσεων, πόσο απυρόβλητη μπορεί να θεωρηθεί η προσωπική μας γνώμη; Διαβάζω στις μέρες μας σημαίνει παρερμηνεύω.
Ο Πατριάρχης Φεβρουάριος μπορεί ανέμελα να παραπέμπει στο «Φθινόπωρο του Πατριάρχη», αλλά όταν τον συναντά κανείς στα «Ατελή» του Καβάφη, ξεχνάει ως δια μαγείας πρωθύστερα διαβάσματα, αναγνωστικούς μπούσουλες και ερμηνείες.Στη σελίδα 17 της εν λόγω εκδόσεως (Ίκαρος 1994, επιμέλεια Ρενάτα Λαβανίνι), ο τακτικός αναγνώστης, αυτή η επινόηση του καλού γούστου και της υψηλής αναγνωσιμότητας, ο διαρκώς υποτιθέμενος και διακαώς αναμενόμενος ειλικρινής αναγνώστης, θα πετάξει εκών άκων τη χειροβομβίδα του, την προσωπική του ρουκέτα ως υποψήφιος τρομοκράτης στο υλικό της ανάγνωσης.
Ξεχνώντας ένα κόμμα, όπως το θέλει ο τίτλος της σημερινής επιφυλλίδας, προσθέτοντας κι αφαιρώντας το υπερκείμενο του παγκοσμίου κειμένου, μεταφράζοντας, παραφράζοντας κι αλλοφρονώντας ο τιτλοφορούμενος και ζηλότυπος αναγνώστης, θα φέρει εις πέρας το άγνωστο και σ’ αυτόν τον ίδιον ακόμη πεπρωμένο: τη νοητική αποστήθιση κάποιων κειμένων.
Ο επιτυχημένος συγγραφέας είναι εκείνος που θυμάται κάθε γραμμή που έχει γράψει.Εκείνος που δεν παρακρατεί το προνόμιο της ιαματικής λήθης, το γέρας των μετρίων και των ελασσόνων. Που δεν καταλαμβάνεται εξ απήνης, όταν βρίσκεται αντιμέτωπος, θέλοντας και μη, με τον “φανατικό αναγνώστη”. Γιατί οι φανατικοί αναγνώστες αποτελούν εν αγνοία τους την κακή συνείδηση των δημιουργών.
Ένας κακός δημιουργός αναδεικνύεται αυτοστιγμεί μέσα από το βάρος των αλησμόνητων αστοχιών του.Ο φανατικός αναγνώστης βάζει στο μικροσκόπιο τα κείμενα του άμεσου ενδιαφέροντός του: είναι αδύνατον να τον αποφύγει κανείς. Δεν έχει να κάνει με το μέγεθος του νεκροτομηθέντος δημιουργού. Ακόμη και ο ελάσσων δημιουργός αργά ή γρήγορα έχει να κλείσει κάποιους ανοικτούς λογαριασμούς μαζί του. Ο φανατικός αναγνώστης καταγράφει και τις ανεπαίσθητες κακοφωνίες, τα γλωσσικά ατοπήματα, τις κοίλες εκφράσεις, τους αδόκιμους νεολογισμούς, ως Η/Υ τίποτα δεν του ξεφεύγει, ακόμα κι όσα ένας δημιουργός θα ήθελε να ξεχάσει, ή στην καλύτερη περίπτωση θα ήθελε να θυμηθεί όταν βολοδέρνοντας μέσα στην ανασφάλειά του προσπαθεί να θυμηθεί τι καλό έγραψε, κι όμως την κρίσιμη στιγμή δεν το θυμάται. Τις προάλλες, μετά από μία δημόσια ανάγνωση της φίλης Μαρώς Τριανταφύλλου, της πρόσφερα ως ταπεινό ευχαριστώ από το μυθιστόρημά της Άννα, τρεις τέσσερις λέξεις: «άρωμα ικεσίας και πικραμύγδαλου», κι όμως η δημιουργός τους δεν τις αναγνώρισε. Τις θεώρησε μάλιστα αποκύημα του δωρητή, ως απόλυτη ταύτιση της δικής του γραφής, παραλειπόμενες και παρελκόμενες της οίησής του.
Γράφω, δεν σημαίνει πως γνωρίζω τον αποδέκτη της έμπνευσής μου. Η έμπνευση προχωρεί πέραν του αισθητικού της αποτελέσματος. Με την ακριβή της τελειότητα χορταίνει τους νηστικούς αλλά και νηστεύει τους χορτάτους
Διαβάζω, δεν σημαίνει πως αναγνωρίζω τους συγγραφείς μου. Διατελώ υποκατάστατο της ευφυΐας τους, αλγόριθμος των ερμηνειών και των παρεξηγήσεων. Ίσως, ο επιτυχημένος συγγραφέας δεν είναι παρά το σύνολο των πολλαπλών παρεξηγήσεων. Ο Μπόρχες έτρεμε τη στιγμή που το σύμπαν των αναγνωστών του θα ανακάλυπτε ξαφνικά πως τους είχε εξαπατήσει. Ο αναγνώστης, ο “αληθινός” αναγνώστης (μια δόκιμη ως γνωστόν εκδοχή του “φανατικού”), παραβλέπει τα τρυκ της εξουσιαστικής επιβολής, ξαπλώνοντας με τα σκέλη ανοικτά μπροστά στο αντικείμενο της λατρείας του. Αν του ζητήσετε να σας πει από στήθους λέξεις, φράσεις και παραγράφους από το προσφιλές του κείμενο, μην εκπλαγείτε που θα σας αραδιάσει το χείριστο. Ο αναγνώστης, χωρίς να το γνωρίζει, αποτελεί την κακή συνείδηση του δημιουργού του. Επειδή το κακό μας ελκύει αυτομάτως κι η αρετή παραμένει συνήθως στα αζήτητα, ο σύγχρονος αναγνώστης ευθύνεται, κατά κύριο λόγο, για το χαμηλό επίπεδο της σύγχρονης παραγωγής: όλα τα φέρνει στα μέτρα του, στη μετριότητά του.
Δεν είναι τυχαίο πως οι μεγάλοι συγγραφείς έζησαν χωρίς αναγνώστες.Ο Προυστ, ο Κάφκα, ο Τζόυς, ο Μούζιλ, ο Σολωμός, ο Καβάφης έγραψαν όλοι τους για τους μεταγενέστερους, πάει να πει για την ρεπλίκα του εαυτού τους το τρεις χιλιάδες είκοσι. Δεν τους άγγιζε η εύνοια του συγκεκριμένου αναγνώστη, η οίησή τους σκόπευε σε αυτούς που δεν είχαν γεννηθεί ακόμη. Οι επιφανείς της εποχής των παρέμειναν είδωλα προς κατανάλωση, συγγραφείς δέσμιοι του αναγνωστικού τους κοινού, πρωταγωνιστές της λήθης των αυριανών, της δικής τους και της δικής μας λήθης. Πόσο άσχημο είναι να βασιζόμαστε στο δικό μας κοινό; Μπορούμε να το παραμυθιάζουμε; Κι ως πότε;
Ίσως να ισχύει για όλους μας το αίτημα της προσφοράς. Να υπηρετήσουμε κάποιον, έχουμε όλοι στο μυαλό μας. Αρκεί να γνωρίζουμε ποιον θέλουμε να υπηρετήσουμε. Θέλουμε να υπηρετήσουμε τους τραμβαγέρηδες; Τους καπνοκαλλιεργητές; Τους διανοούμενους; Τους νέους; Ας διαλέξει ο καθένας το κοινό του, κι ας προσφέρει την όποια υπηρεσία με τα βιβλία του. Ας μην υπηρετήσει όμως ποτέ την επικαιρότητα.
Επιτυχημένος συγγραφέας είναι αυτός που από το σύνολον του έργου του έχει τα λιγότερα να ξεχάσει. Ο ήρωας που θυμάται όλες τις διατυπώσεις του, μικρές ή μεγάλες φράσεις, τα επίθετα και τις μεταφορές του. Όποιος ξεχνάει, δεν στοχεύει παρά στην άμεση πληθώρα των μεντόρων του, στους υποτακτικούς αναγνώστες των λαθών του. Αρκεί ένα κόμμα, φίλτατοι, για να καταστραφούμε. Ο Πατριάρχης, Φεβρουάριος 1925, είναι απλώς απόρροια ενός φαντασμένου αναγνώστη σαν κι εμένα, σαν κι εσένα. Σε χαίρομαι, επιπόλαιε αναγνώστη, τυχάρπαστε βιβλιόφιλε κι αγαπητέ ποντικέ της βιβλιοθήκης. Αν σουμάραμε τα καθημερινά αναγνωστικά μας λάθη, θα γράφαμε εκ νέου την ιστορία της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Το θέλεις; Όχι, είμαι σίγουρος πως εσύ, μόνον διαβάζεις. Αλλεργικός προς τη γραφή, αγνοείς πως γράφεις από την αρχή κάθε φορά το κείμενο που παραφράζεις. Ποιο κείμενο; Θα μου πεις. Την παράφραση των παραφράσεων;
Συγχαρητήρια, έγινες μέλος της Ομάδας Πολλαπλής Ανάγνωσης! Διάβαζε πολλαπλώς κι έστω ατυχώς ό,τι πέφτει στην αντίληψή σου. Ποιος ξέρει, ίσως παρεξηγώντας διαρκώς, να ερμηνεύσεις κάποτε δια παντός το ανολοκλήρωτό μας. Εσύ, που δεν θα δίσταζες να αποκαταστήσεις και τον Σολωμό διαβάζοντας μέσα σου (“Γυναίκα της Ζάκυθος”, Στιγμή 1994, επιμ. Στυλιανού Αλεξίου): «Ο Κύριος μου έστειλε ετούτη τη Θεά, για σύμβολο σκοτεινό της θέλησής μου.»
[ΠΗΓΗ: Σωτήρης Παστάκας, BLOGS, Στάσεις (και στύσεις), ΣΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ– BIBLIOTHEQUEΤεθλασμένη Ψηφιακή Βιβλιοθήκη]
[Σ’ αυτό το ιστολόγιο αντιγράφω και επικολλώ μία ανάρτηση κάθε φορά, απ’ αυτές που τυχαία «συναντώ» στη μεταμεσονύχτια βόλτα στα ιστολόγια που παρακολουθώ έτσι όπως τα φέρνει στο e-προσκήνιο η μηχανή αναζήτησης της google, ένα πρόσχημα κι αυτό να φέρομαι στη Σιωπή «όπως η βροχή στους τσίγκους, ρυθμικά με ανωτερότητα». Σήμερα αντέγραψα από την Τεθλασμένη Ψηφιακή Βιβλιοθήκη: BIBLIOTHEQUE…]