«…Δεν έχουμε τη δική μας ψυχή. Έχουμε ένα μέρος από μια μεγάλη ψυχή. Μια μεγάλη ψυχή που ανήκει σε όλους… Θα βρίσκομαι παντού μέσα στο σκοτάδι. Θα βρίσκομαι εκεί όπου δίνουν μάχη για να φάνε οι πεινασμένοι. Θα βρίσκομαι εκεί όπου ο μπάτσος δέρνει τον ανήμπορο. Θα βρίσκομαι εκεί όπου οι άνθρωποι φωνάζουν επειδή είναι έξαλλοι και δεν αντέχουν άλλο. Αλλά, θα βρίσκομαι και μέσα στο γέλιο των παιδιών, σαν είναι πεινασμένα μα ξέρουν ότι το δείπνο τα περιμένει. Και θα βρίσκομαι εκεί όταν οι άνθρωποι θα τρώνε τους δικούς τους καρπούς και θα ζουν στα σπίτια που οι ίδιοι έφτιαξαν. Θα βρίσκομαι εκεί… (Τζον Στάϊνμπεκ, Τα Σταφύλια της Οργής)
Στα“Σταφύλια της Οργής”ο Στάϊνμπεκ περιγράφει την οδύσσεια και τον ξεριζωμό της οικογένειας Τζόουντ,καθώς και άλλων χιλιάδων αγροτών οι οποίοι έχουν περιέλθει σε συνθήκες εξαθλίωσης, λόγω των νέων μεθόδων που εισήλθαν στην γεωργική παραγωγή, της ανελέητης ξηρασίας και των αμείλικτων ανέμων που κουβαλούσαν μυριάδες τόνους σκόνης κάνοντας τους καρπούς να ασφυκτιούν. Η μόνη τους λύση αν θέλουν να επιβιώσουν είναι να διασχίσουν την έρημο ελπίζοντας να φτάσουν από τον αμερικάνικο νότο προς τη Γη της Επαγγελίας, την Καλιφόρνια, για ένα καλύτερο μέλλον. Ο δρόμος τους μόνο εύκολος δεν είναι. Κακουχίες και θάνατοι, ακραίες συνθήκες διαβίωσης σε ένα σαράβαλο το οποίο αποτελεί το μέσο αλλά και το σπίτι τους μέσα στο οποίο βρίσκονται στοιβαγμένα όλα τα υπάρχοντά τους. Στον προορισμό τους έρχονται αντιμέτωποι με την καχυποψία των κατοίκων, την εχθρότητα της αστυνομίας, και την αδυσώπητη εκμετάλλευση από τους γαιοκτήμονες και τους κολαούζους τους, οι οποίοι αποδεικνύονται πιο σκληροί από τα ίδια τους τα αφεντικά. Μεστή περιγραφή, βασισμένη σε αληθινές ιστορίες καθώς ο συγγραφέας χρησιμοποίησε ως υλικό για να συνθέσει ένα από τα κλασικά αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας τις εμπειρίες που απέκτησε ζώντας για μεγάλο χρονικό διάστημα ανάμεσα στους μετανάστες της Αμερικής.
Τα θέματα που διαπραγματεύεται το βιβλίο, δυστυχώς, εξακολουθούν να παραμένουν εξαιρετικά επίκαιρα, καθώς παρόμοιες εικόνες και πρακτικές εκείνης της εποχής συνεχίζουν να λαμβάνουν χώρα όχι πολύ μακριά από το σπίτι μας, στην ελληνική ύπαιθρο. Κάποιοι συνάνθρωποί μας, μετανάστες, ζούνε την εκμετάλλευση των μεγαλοπαραγωγών, την καχυποψία και τον ρατσισμό του κοινωνικού περίγυρου, την βία της αστυνομίας αλλά και των διάφορων τραμπούκων που απαρτίζουν την νεοναζιστική συμμορία που τόσο άκομψα μπήκε στην ζωή μας.
Τι σημασία έχει ο τόπος και ο χρόνος. Σημασία έχουν τα γεγονότα, η βία του ισχυρού εις βάρος του αδύνατου.Καμία διαφορά δεν έχει εάν οι εργάτες είναι αμερικανοί εσωτερικοί μετανάστες, ασιάτες ή ένα μείγμα από ευρωπαίους όπως στην μονάδα εξόρυξης άνθρακα του Κολοράντο, της οποίας τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης των ανθρακορύχων, αλλά και τον αγώνα τους, μας περιγράφει ο Άπτον Σίνκλερ στο επαναστατικό για την εποχή του μυθιστόρημα «Βασιλιάς άνθρακας»(βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα) ή στην «Ζούγκλα», στο οποίο εστιάζει στους Λιθουανούς εργάτες μιας βιομηχανίας αλλαντικών στο Σικάγο και διεκτραγωδεί την κατάστασή τους.
Η τραγική φιγούρα του μετανάστη και οι περιπέτειες του παραμένουν οι ίδιες.Όλοι τους βίωσαν τον ξεριζωμό απο τις πατρογονικές τους εστίες, άλλοι διασχίζοντας το αιγαίο με σκυλοπνίχτρες σαπιοκάραβα, πληρώνοντας όλη τους την περιουσία σε μαφιόζους εμπόρους ψυχών, άλλοι τον ωκεανό ξεροσταλιάζοντας σε κάποιο κατάστρωμα, και άλλοι, όπως οι Τζόουντ, την αμερικάνικη έρημο. Όλοι τους διέσχισαν την δική τους route 66.
Σίγουρα χωρίς να ρίξουν μια τελευταία ματιά πίσω τους, με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, με μια αγωνία “the family has to get accross” όπως άλλωστε και η ανθρωπότητα.
«…Έχω γυρίσει τον τόπο. Όλοι ρωτούν το ίδιο. Που θα φτάσουμε; Κατά τη γνώμη μου, δε θα φτάσουμε ποτέ μας πουθενά. Πάντα σε πορεία. Θα βρισκόμαστε ακατάπαυστα σε πορεία. Γιατί δεν κάθονται να το σκεφτούν οι άνθρωποι; Τώρα έχουμε ξεσηκωμό…
Απ’ τον κατατρεγμό έρχονται οι άνθρωποι σε απελπισία και επαναστατούν». (Τζον Στάϊνμπεκ, Τα Σταφύλια της Οργής)
Απ’ τον κατατρεγμό έρχονται οι άνθρωποι σε απελπισία και επαναστατούν». (Τζον Στάϊνμπεκ, Τα Σταφύλια της Οργής)
Ορμώμενοι από την απελπισία τους ξεσηκώθηκαν και οι εργάτες στα χωράφια της Μανωλάδας για να διεκδικήσουν τα λίγα λεφτά που τους αναλογούσαν (πενιχρό μαύρο μεροκάματο για να το καταβάλλουν και αυτό εξ’ολοκλήρου για προστασία αλλά και για ενοίκιο στις τρώγλες όπου κοιμούνται, όμοιες με τις τρώγλες που έμεναν οι Έλληνες μετανάστες στην αμερική). Κάποιοι επιστάτες φρόντισαν να αιματοκυλίσουν την οργισμένη διαμαρτυρία. Όπως οι επιστάτες της βιομηχανίας του άνθρακα χτυπούσαν και πυροβολούσαν αδιακρίτως τους εργαζόμενους ή όπως οι επιστάτες των Αμερικανών γαιοκτημόνων δεν δίσταζαν να ασκήσουν βία στους εργάτες των χωραφιών, και σε συνεργασία με την αστυνομία στερούσαν την ελευθερία σε όποιον διεκδικούσε τα νόμιμα δικαιώματά του, χαρακτηρίζοντάς τον ως ταραχοποιό στοιχείο. Πλήρης κατάργηση κάθε έννοια νομιμότητας αλλά και ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Ο πραγματικός, όμως, πρωταγωνιστής των παράλληλων αυτών ιστοριών είναι η κοινωνική αλληλεγγύη και η ανθρωπιά.Ο ένας από τους δυο δρόμους που καλείται να ακολουθήσει και η σύγχρονη κοινωνία, είναι ο δρόμος του αλληλοσεβασμού. Ο άλλος είναι ο δρόμος του μίσους και και του φανατισμού, της μισαλλοδοξίας και της τυφλής βίας. Παρά τις ονειρώξεις κάποιων, οι κάτοικοι αυτής της χώρας ξέρουμε απο πρώτο χέρι την δύναμη της δημοκρατίας, της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ισότητας και είμαι πεπεισμένος πως τα αντανακλαστικά των πολιτών δεν θα αφήσουν να μεταβληθεί η κοινωνία σε βίαιη ζούγκλα.
«Οι άνθρωποι ζητάνε να ζήσουν μια ζωή πρεπούμενη και να αναθρέψουν τα παιδιά τους. Και σαν γεράσουν πια, να κάθονται στην πόρτα τους και ν’ αγναντεύουν το ηλιοβασίλεμα. Και όσο είναι νέοι, να χορεύουν, να τραγουδούν και να πλαγιάζουν μαζί. Θέλουν να τρώνε, να μεθούν και να δουλεύουν» (Τζον Στάϊνμπεκ, Τα Σταφύλια της Οργής}