Εδώ είναι το σπίτι σου. Εδώ είναι το σπίτι μου. Μέσα δεν έχει χώρο. Μέσα δεν έχει χρόνο. Εδώ θα επαναλαμβάνεσαι μα δε θα αναπαράγεσαι. Εδώ θα επαναλαμβάνεσαι κι αυτή την επανάληψη θα τη λες επιβίωση. Και την επιβίωση θα τη λες υγεία. Η πόρτα είναι κλειστή, μην χτυπάς. Έξω έχει θόρυβο και πόνο. Έξω έχει αρρώστια και άγρια πτηνά. Εδώ όλα είναι ελεγχόμενα. Εδώ είναι το σπίτι σου.
(με ΚΛΙΚ στην εικόνα μετάβαση στην αρχική ΠΗΓΗ αυτής της ανάρτησης)
Εδώ είναι το σπίτι μου. Κι εγώ έχω μόνο τις νοσταλγίες μιας ζωής που αγνοώ.Τους ήχους μιας νύχτας καμωμένης από μακρινούς έρωτες και απατηλές μουσικές. Εκλιπαρώ την αγάπη που δε μπορώ να αισθανθώ. Την εκλιπαρώ! Μια μάχη χρειάζεται έναν πόλεμο για να υπάρξει. Κι αν δεν υπάρχει πόλεμος συντρίβεις τον εαυτό σου με φθορά και φθορά και άπνοια. Διαφυγή απ' τη μάχη δεν υπάρχει. Και είχα ως έπαθλο έναν πόλεμο πιο ζωντανό. Έναν πόλεμο δίχως πανοπλίες και χωρίς οχυρά. Έναν πόλεμο με χρόνο μέσα στο χρόνο κι ένα κορμί πιο ευαίσθητο. Απαιτούσα απ' την αγάπη που δε μπορούσα να αισθανθώ μια ζωή άλλη. Απαιτούσα να ξενιτευτώ. Μα είχαν κλείσει οι πύλες στον κήπο των δεξιώσεων. Κι έμενα, ένοικος και θέαμα μαζί, μέσα σε ακριβά ποτήρια για πληρωμένα χείλη. Εγώ, απαιτούσα μια ζωή άλλη που αγνοούσα. Μια ζωή που δε γνώρισα. Μα που όφειλε, δίχως αμφιβολία, να υπάρχει και να είναι καλύτερη, πολύ καλύτερη από αυτή εδώ.
Μες στη λευκή μου επιδερμίδα καταπίνω μια τριχωτή σκιά. Την ποτίζω με το σώμα μου. Κι ανοίγω τα πόδια μου να μπει ο ήλιος. Στο βάθος της σπηλιάς είναι καρφωμένο ένα μεγάλο μαχαίρι. Πάνω του δακρύζω. Πάνω στην κοφτερή του λεπίδα κρατάω αναμμένες τις εκβλαστήσεις κάποιας τρέλας που δε μπορεί να εκδηλωθεί. Τώρα έχω ένα μεγάλο χαμόγελο. Τώρα είμαι εγώ. Απάνω στο τόξο των χειλιών μου διασχίζω την ευτυχία του σύμπαντος. Τώρα έχω ένα όνομα. Και μια φωνή πιο βαθιά απ' το ρηχό μας σπίτι. Τώρα είμαι εγώ. Κι αυτό πονάει λίγο. Πονάει. Εσένα. Εμένα. Το σπίτι μας.
Κοιμάμαι μέσα στο σπίτι μας. Οι αντοχές μου υπερβαίνουν τα όρια του. Γράφω άσχημες λέξεις τους τοίχους. Κι εσύ της διαγράφεις καθώς τις διαβάζεις. Σου μοιάζω λιγότερο. Μα δε μπορείς να με αποχωριστείς. Εδώ είναι όλα ελεγχόμενα. Έξω είναι μια μεθυσμένη ώρα με άγρια πτηνά. Χαμογελαώ. Χαμογελώ μέσα απ' τα απαλά φύλλα μιας αγάπης που αγνοώ. Εσύ τρομάζεις. Κοιμάσαι σε μια μάχη χωρίς πόλεμο. Εγώ ξυπνάω απ' τα δάκρυα του ξημερώματος. Χαμογελώ. Και σπάω ακριβά σερβίτσια.
[ΠΗΓΗ: Γιώργος Ευθυμίου Καθρέφτης > Apollonide του Bertrand Bonello – ΝΤΟΥέΝΤΕ http://duendemagazine.gr/ ]
[Σ’ αυτό το ιστολόγιο αντιγράφω και επικολλώ μία ανάρτηση κάθε φορά, απ’ αυτές που τυχαία «συναντώ» στη μεταμεσονύχτια βόλτα στα ιστολόγια που παρακολουθώ έτσι όπως τα φέρνει στο e-προσκήνιο η μηχανή αναζήτησης της google, ένα πρόσχημα κι αυτό να φέρομαι στη Σιωπή «όπως η βροχή στους τσίγκους, ρυθμικά με ανωτερότητα». Με ΚΛΙΚ στην εικόνα αυτής της ανάρτησης μετάβαση στην ΠΗΓΗ της: ΝΟΥέΝΤΕ!]